Φτέρωμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: φτέρωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gevederte, Kleed, verenkleed, veren, verenpak
Φτέρωμα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φτέρωμα

φτέρωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φτέρωμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φτέρη στα ολλανδικά - varen, fern, varens, varenachtige, de Varen
  • φτέρνα στα ολλανδικά - hiel, hak, de hiel, de hak, hakken
  • φταίχτης στα ολλανδικά - schuldige, dader, boosdoener, beklaagde, boosdoener is
  • φταρνίζομαι στα ολλανδικά - niesen, niezen, proesten, niest, sneezes, niesgeluiden, niesbuien
Τυχαίες λέξεις
Φτέρωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gevederte, Kleed, verenkleed, veren, verenpak