Ωχρός στα ολλανδικά
Μετάφραση: ωχρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
asgrauw, verbleekt, vuilgeel, wilg, waterwilg, vaalbleek, vuilgele
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωχρός
ωχρός σύνδεσμος, ωχρός συνώνυμο, ωχρός μυελός, ωχρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ωχρός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ωφέλιμος στα ολλανδικά - gezond, nuttig, bruikbaar, nuttige, handig, bruikbare
- ωφελώ στα ολλανδικά - baat, ofelo
- όαση στα ολλανδικά - oase, Oasis, oase van
- όγδοος στα ολλανδικά - achtste, de achtste, acht, achtsten
Τυχαίες λέξεις
Ωχρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: asgrauw, verbleekt, vuilgeel, wilg, waterwilg, vaalbleek, vuilgele
Μεταφράσεις: asgrauw, verbleekt, vuilgeel, wilg, waterwilg, vaalbleek, vuilgele