Όρθιος στα ολλανδικά

Μετάφραση: όρθιος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rechtop, rang, recht, verticaal, positie, overeind, rechtopstaand, opstaande, rechtopstaande
Όρθιος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όρθιος

όρθιος αργαλειός, κάθομαι όρθιος, όρθιος άνθρωπος, όρθιος διαδηλωτής, όρθιοσ και μόνοσ σαν και πρώτα περιμένω, όρθιος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, όρθιος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • όργιο στα ολλανδικά - rustverstoring, spektakel, roerigheid, tumult, drinkgelag, zwelgpartij, getier, ...
  • όρεξη στα ολλανδικά - trek, eetlust, begeerte, graagte, hongerigheid, de eetlust, honger, ...
  • όριο στα ολλανδικά - grens, perk, limiet, beperking, beperken, begrenzing
  • όρκος στα ολλανδικά - eed, bezwering, ede, eed af, onder ede
Τυχαίες λέξεις
Όρθιος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rechtop, rang, recht, verticaal, positie, overeind, rechtopstaand, opstaande, rechtopstaande