Έδαφος στα ουγγρικά

Μετάφραση: έδαφος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
földbirtok, ország, élettér, vidék, földsáv, territórium, talaj, átlapolás, felségterület, átfedés, föld, földi, földre, földön
Έδαφος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έδαφος

έδαφος ph, έδαφος στο ρώγο του, έδαφος ελλάδας, έδαφοσ σαντορίνησ, έδαφος βρετανικού ινδικού ωκεανού, έδαφος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έδαφος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • έγχρωμος στα ουγγρικά - színezett, színes, színű, színû
  • έγχυμα στα ουγγρικά - belövellés, tea, infúzió, beömlesztés, forrázat, infúziós, infúzióhoz, ...
  • έδρα στα ουγγρικά - szénpad, tanszék, szék, alagútszelvény, munkaasztal, nívó, húzópad, ...
  • έδρανο στα ουγγρικά - teherhordó, munkaasztal, hokedli, nívó, elviselés, szint, felfekvés, ...
Τυχαίες λέξεις
Έδαφος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: földbirtok, ország, élettér, vidék, földsáv, territórium, talaj, átlapolás, felségterület, átfedés, föld, földi, földre, földön