Αναβάλλω στα ουγγρικά

Μετάφραση: αναβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átesés, halogat, istálló, zuhanyfülke, bódé
Αναβάλλω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβάλλω

αναβάλλω προταση, αναβάλλω αρχικοι χρονοι, αναβάλλω ή αναβάλω, αναβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω παρατατικός, αναβάλλω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναβάλλω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αναίσχυντα στα ουγγρικά - szégyentelenül, szemérmetlenül, gátlástalanul, arcátlanul, szégyentelen
  • αναβάθμιση στα ουγγρικά - frissítés, frissítési, frissítést, frissítése, korszerűsítése
  • αναβάτης στα ουγγρικά - tolósúly, lovász, toldat, záradék, vándorkobzos, vándorlantos, zsoké, ...
  • αναβίωση στα ουγγρικά - újjászületés, feléledés, újjáéledés, ébredés, megújulás, újjáélesztésé
Τυχαίες λέξεις
Αναβάλλω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: átesés, halogat, istálló, zuhanyfülke, bódé