Ανεξαρτησία στα ουγγρικά
Μετάφραση: ανεξαρτησία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
függetlenség, függetlenségét, függetlenségének, függetlensége, függetlenséget
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξαρτησία
ανεξαρτησία ινδίας, ανεξαρτησία σερβίας, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία βενετίας, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανεξαρτησία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ανεμώδης στα ουγγρικά - szeles, szél, szeles időben
- ανεξάρτητος στα ουγγρικά - független, önálló, a független, függetlenül, függetlenek
- ανεπάρκεια στα ουγγρικά - elégtelenség, elégtelensége, elégtelenségben, elégtelenséget
- ανεπίσημος στα ουγγρικά - kötetlen, hétköznapi, utcai, fesztelen, informális, hivatalos, nem hivatalos, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανεξαρτησία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: függetlenség, függetlenségét, függetlenségének, függetlensége, függetlenséget
Μεταφράσεις: függetlenség, függetlenségét, függetlenségének, függetlensége, függetlenséget