Ανιμισμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ανιμισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
animizmus, spiritualizmus, animizmusban, az animizmus, a spiritualizmus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανιμισμός
ανιμισμός ορισμός, σαμανισμός-ανιμισμός, ανιμισμός πληροφοριες, ανιμισμός θρησκεια, χριστιανικός ανιμισμός, ανιμισμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανιμισμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ανιδιοτελής στα ουγγρικά - önzetlen, az önzetlen, önzetlenül, önfeláldozó
- ανικανότητα στα ουγγρικά - impotencia, impotenciát, tehetetlenség, az impotencia, tehetetlenségét
- ανισότητα στα ουγγρικά - egyenlőtlenség, egyenlőtlenségek, az egyenlőtlenség, egyenlőtlenséget, egyenlőtlen
- ανιχνευτής στα ουγγρικά - cserkész, detektor, érzékelő, detektorral, detektort, érzékelőt
Τυχαίες λέξεις
Ανιμισμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: animizmus, spiritualizmus, animizmusban, az animizmus, a spiritualizmus
Μεταφράσεις: animizmus, spiritualizmus, animizmusban, az animizmus, a spiritualizmus