Αντοχή στα ουγγρικά

Μετάφραση: αντοχή, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tolerancia, kímélet, ellenállás, rezisztencia, ellenállást, ellenállása, ellenállását
Αντοχή στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντοχή

αντοχή των υλικών, αντοχή στο τρέξιμο, αντοχή υλικών σημειώσεις, αντοχή σε εφελκυσμό, αντοχή υλικών pdf, αντοχή λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αντοχή στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αντλία στα ουγγρικά - szivattyú, szivattyút, pumpa, szivattyúval
  • αντλώ στα ουγγρικά - származik, származnak, abból, származhat, szert
  • ανυπάκουος στα ουγγρικά - engedetlen, engedetlenek, iránt engedetlenek, engedetlenkedı, hitetlenek
  • ανυπακοή στα ουγγρικά - fegyelemsértés, engedetlenség, engedetlensége, engedetlenséget, az engedetlenség, engedetlenségre
Τυχαίες λέξεις
Αντοχή στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tolerancia, kímélet, ellenállás, rezisztencia, ellenállást, ellenállása, ellenállását