Αρτηριακός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
artériás, az artériás, arteriális, arteriás, artéria
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρτηριακός
αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αρτηριακός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αρρώστια στα ουγγρικά - kór, betegség, betegséget, betegségben
- αρτηρία στα ουγγρικά - artéria, artériát, artériába, arteria, az arteria
- αρχάγγελος στα ουγγρικά - arkangyal, arkangyalt, arkangyaltól
- αρχάριος στα ουγγρικά - novícius, kezdő, újonc, a kezdő
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: artériás, az artériás, arteriális, arteriás, artéria
Μεταφράσεις: artériás, az artériás, arteriális, arteriás, artéria