Ατροφία στα ουγγρικά
Μετάφραση: ατροφία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sorvadás, elcsökevényesedés, atrófia, atrophia, sorvadása, atrófiát
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατροφία
ατροφία εγκεφάλου βικιπαιδεια, ατροφία κολπικού επιθηλίου, ατροφία παρεγκεφαλίδας, ατροφία στομάχου, ατροφία κόλπου, ατροφία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ατροφία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ατονώ στα ουγγρικά - gyengeség, gyengesége, gyenge, gyengeséget, gyengeségét
- ατραξιόν στα ουγγρικά - lovaglóösvény, távolság, kocsikázás, vonzódás, vonzerő, látnivaló, attrakció, ...
- ατσάλι στα ουγγρικά - acél, acélból, acélból készült, acélipari, steel
- ατσαλένιος στα ουγγρικά - acél, egy acél, az acél, acélból, acélipari
Τυχαίες λέξεις
Ατροφία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sorvadás, elcsökevényesedés, atrófia, atrophia, sorvadása, atrófiát
Μεταφράσεις: sorvadás, elcsökevényesedés, atrófia, atrophia, sorvadása, atrófiát