Βιομηχανικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: βιομηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ipari, az ipari, ipar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιομηχανικός
βιομηχανικός εργάτης, βιομηχανικός εξοπλισμός, βιομηχανικός μελανισμός, βιομηχανικός φωτισμός, βιομηχανικός σχεδιασμός σύρος, βιομηχανικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βιομηχανικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βιομήχανος στα ουγγρικά - gyáros, iparos, gyáriparos, iparmágnás, nagyiparos
- βιομηχανία στα ουγγρικά - szorgalom, ipar, iparág, gazdasági ágazat, ágazat, ipari
- βιρτουόζος στα ουγγρικά - virtuóz, mester, a virtuóz, bravúros
- βιόλα στα ουγγρικά - brácsa, Viola, brácsára, mélyhegedű, violát
Τυχαίες λέξεις
Βιομηχανικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ipari, az ipari, ipar
Μεταφράσεις: ipari, az ipari, ipar