Δίκη στα ουγγρικά

Μετάφραση: δίκη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson
Δίκη στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίκη

δίκη μάριου παπαγεωργίου, δίκη παπαγεωργόπουλου, δίκη υπεξαίρεσης, δίκη της δευτέρας, δίκη προθέσεων, δίκη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δίκη στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δίκαια στα ουγγρικά - egészen, meglehetősen, elég, viszonylag, eléggé, tisztességesen
  • δίκαιος στα ουγγρικά - épp, szépséges, pártatlan, jó, alig, tisztességes, igazságos, ...
  • δίκτυο στα ουγγρικά - hálózat, hálózati, hálózaton, hálózatot, hálózathoz
  • δίλημμα στα ουγγρικά - dilemma, dilemmát, dilemmája, dilemmával
Τυχαίες λέξεις
Δίκη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: próba, tárgyalás, vizsgálat, vizsgálatban, tárgyaláson