Διαλογισμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: διαλογισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szándékolás, elmélkedés, szemlélődés, szemlélődést, kontempláció, a szemlélődés
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλογισμός
διαλογισμός κενού, διαλογισμός θεσσαλονίκη, διαλογισμός ταξίδι στο εδώ και τώρα, διαλογισμός ζεν, διαλογισμός αθήνα, διαλογισμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαλογισμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διαλανθάνω στα ουγγρικά - megfeneklett, szálú, átállási, sodrott, rekedt
- διαλογίζομαι στα ουγγρικά - spekulál, spekulálni, spekulálnak, találgatni
- διαλυτός στα ουγγρικά - oldható, oldódó, oldódik, vízoldható, az oldható
- διαλύω στα ουγγρικά - átúszás, elámaszt, áztat, lesoványít, szétoszlassuk, ázni
Τυχαίες λέξεις
Διαλογισμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szándékolás, elmélkedés, szemlélődés, szemlélődést, kontempláció, a szemlélődés
Μεταφράσεις: szándékolás, elmélkedés, szemlélődés, szemlélődést, kontempláció, a szemlélődés