Διασταύρωση στα ουγγρικά

Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
útkeresztezés, csomópont, találkozásánál, kihajtó, kereszteződés, junction
Διασταύρωση στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταύρωση

διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διασταύρωση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διαστέλλω στα ουγγρικά - tágul, kitágulnak, tágítják, kitágulnak a
  • διασταλτός στα ουγγρικά - tágítható, dilatációs
  • διαστολή στα ουγγρικά - térfogatnövelés, tágulás, felfúvódás, alapvonal-fejlesztés, expanzió, fejlesztés, tágítás, ...
  • διαστρεβλώνω στα ουγγρικά - horgonykötél, nyüstfonál, láncfonat, vontatókábel, iszaplerakódás, elgörbülés, hordalékterület, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: útkeresztezés, csomópont, találkozásánál, kihajtó, kereszteződés, junction