Διπλανός στα ουγγρικά
Μετάφραση: διπλανός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szomszédban, mellette lakik, a szomszédban, szomszédos, szomszéd
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλανός
διπλανός συνώνυμα, διπλανός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διπλανός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διορισμός στα ουγγρικά - találkozó, kinevezés, kinevezése, kinevezését, kinevezésére
- διοχετεύω στα ουγγρικά - meder, csatorna, leeresztő, engedje le, folyik, lefolyó
- διπλαρώνω στα ουγγρικά - átfedés, átfedések, átfedést, átfedési, átfedéseket
- διπλασιάζω στα ουγγρικά - kétszeresen, kettesben, iker, kétszeres, duplikátum, páros
Τυχαίες λέξεις
Διπλανός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szomszédban, mellette lakik, a szomszédban, szomszédos, szomszéd
Μεταφράσεις: szomszédban, mellette lakik, a szomszédban, szomszédos, szomszéd