Εγκυμοσύνη στα ουγγρικά
Μετάφραση: εγκυμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tartalmasság, terhesség, a terhesség, terhességi, terhességet, terhességgel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη
εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εγκυμοσύνη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εγκρίνω στα ουγγρικά - jóváhagy, jóváhagyja, hagyja jóvá, jóváhagyása, jóvá
- εγκρατής στα ουγγρικά - önmegtartóztató, absztinens, absztinensek, gyógyult, az absztinens
- εγκόσμιος στα ουγγρικά - halánték, halántékcsont, földi, hétköznapi, világi, földhözragadt, evilági
- εγχάραξη στα ουγγρικά - kiírás, felírás, metszet, gravírozás, metszés, vésés, gravírozó
Τυχαίες λέξεις
Εγκυμοσύνη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tartalmasság, terhesség, a terhesség, terhességi, terhességet, terhességgel
Μεταφράσεις: tartalmasság, terhesség, a terhesség, terhességi, terhességet, terhességgel