Ελαστικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ελαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fegyelmezetlen, rugalmas, elasztikus, rugalmassági, a rugalmas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελαστικός
ελαστικός επίδεσμος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός αρμόστοκος, ελαστικός παρθενικός υμένας, ελαστικός στόκος, ελαστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ελαστικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ελίσσομαι στα ουγγρικά - kanyarog, Meander, kanyarulat, A Meander, kanyarulatánál
- ελίτ στα ουγγρικά - elit, Elite, az elit, Az Elite, elitje
- ελαστικότητα στα ουγγρικά - rugalmasság, rugalmasságát, rugalmassága, rugalmassági, rugalmasságot
- ελαττωματικός στα ουγγρικά - tökéletlen, hiányos, hibás, meghibásodott, a hibás, sérült
Τυχαίες λέξεις
Ελαστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fegyelmezetlen, rugalmas, elasztikus, rugalmassági, a rugalmas
Μεταφράσεις: fegyelmezetlen, rugalmas, elasztikus, rugalmassági, a rugalmas