Ενθουσιώδης στα ουγγρικά

Μετάφραση: ενθουσιώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gazdag, vendégoldal, szekéroldal, kicsattanó, kocsioldal, lelkes, lelkesek, lelkesen, a lelkes
Ενθουσιώδης στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθουσιώδης

ενθουσιώδης συνωνυμα, ενθουσιώδης κλιση, ενθουσιώδης συνωνυμο, ενθουσιώδης ορισμός, ενθουσιώδης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ενθουσιώδης στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ενθουσιασμένος στα ουγγρικά - izgatott, gerjesztett, izgatottak, izgatottan
  • ενθουσιασμός στα ουγγρικά - lelkesedés, lelkesedéssel, lelkesedést, lelkesedése, lelkesedését
  • ενθύμιο στα ουγγρικά - ajándéktárgy, mementó, emléktárgy, megemlékezés, emlékeztető, Memento, mementója
  • ενιαίος στα ουγγρικά - változatlan, egyesült, egységes, Amerikai Egyesült, united, egyesített
Τυχαίες λέξεις
Ενθουσιώδης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gazdag, vendégoldal, szekéroldal, kicsattanó, kocsioldal, lelkes, lelkesek, lelkesen, a lelkes