Εξάρθρωση στα ουγγρικά

Μετάφραση: εξάρθρωση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kificamodás, kizökkenés, eltolódás, zavar, diszlokáció, ficam, diszlokációval
Εξάρθρωση στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάρθρωση

εξάρθρωση γνάθου, εξάρθρωση ισχίου, εξάρθρωση γονάτου, εξάρθρωση επιγονατίδας, εξάρθρωση δακτύλου, εξάρθρωση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εξάρθρωση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εξάπλωση στα ουγγρικά - puffadás, tágulás, fejlesztés, felfúvódás, tágítás, alapvonal-fejlesztés, habosítás, ...
  • εξάπτω στα ουγγρικά - izgat, gerjeszti, gerjesztésére, lelkesíteni, excite
  • εξάρτημα στα ουγγρικά - komponens, alkotóelem, összetevő, komponenst, összetevője, komponense
  • εξάρτηση στα ουγγρικά - függőség, függés, függősége, függését, függőségét
Τυχαίες λέξεις
Εξάρθρωση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kificamodás, kizökkenés, eltolódás, zavar, diszlokáció, ficam, diszlokációval