Επίθεση στα ουγγρικά
Μετάφραση: επίθεση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
roham, ostromlás, offenzíva, támadás, támadást, támadó, támadási, támadással
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίθεση
επίθεση τύπου ddos, επίθεση στο συρμό 123, επίθεση δέχτηκε πριν λίγη ώρα ο πρωθυπουργός α. σαμαράς έξω από το μέγαρο μουσικής, επίθεση στο συρμό, επίθεση στο σταθμό 13, επίθεση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επίθεση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επίδομα στα ουγγρικά - levonás, adományozás, ráhagyás, árengedmény, pénzadomány, pénzjutalom, engedmény, ...
- επίδραση στα ουγγρικά - behatás, becsapódás, hatás, hatása, hatást, hatását, hatással
- επίθετο στα ουγγρικά - melléknév, Adjective, jelző, jelzőt, melléknevet
- επίκαιρος στα ουγγρικά - helyi, aktuális, topikális, lokális, helyileg
Τυχαίες λέξεις
Επίθεση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: roham, ostromlás, offenzíva, támadás, támadást, támadó, támadási, támadással
Μεταφράσεις: roham, ostromlás, offenzíva, támadás, támadást, támadó, támadási, támadással