Εργολάβος στα ουγγρικά
Μετάφραση: εργολάβος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vállalkozó, nyertes ajánlattevő, szerződő fél, kivitelező, vállalkozónak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργολάβος
εργολάβος μου πρότεινε μίζα και του έσπασα τα μούτρα, εργολάβος οικοδομών, εργολάβοσ σπύροσ, εργολάβοσ κηδειών, εργολάβος θερμίδες, εργολάβος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εργολάβος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εργοδηγός στα ουγγρικά - öregapó, Tata, Gaffer, fővilágosító
- εργοδότης στα ουγγρικά - munkáltató, munkaadó, munkáltatói, munkáltatónak, munkáltatója
- εργοστάσιο στα ουγγρικά - növény, malom, gyáregység, gyár, gyári, gyárilag, gyárban, ...
- ερείπια στα ουγγρικά - romok, romjai, romjait, romokat, romokban
Τυχαίες λέξεις
Εργολάβος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vállalkozó, nyertes ajánlattevő, szerződő fél, kivitelező, vállalkozónak
Μεταφράσεις: vállalkozó, nyertes ajánlattevő, szerződő fél, kivitelező, vállalkozónak