Ερημίτης στα ουγγρικά
Μετάφραση: ερημίτης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
remete, remeteként, a remete, remetének
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερημίτης
ερημίτησ παξοί, μάκησ ερημίτησ, ερημίτης κέρκυρα, ερημίτης ταρώ, ερημίτης κάβουρας, ερημίτης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ερημίτης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ερευνητής στα ουγγρικά - kutató, kutatói, kutatója, kutatók, kutatónak
- ερευνώ στα ουγγρικά - üreg, skandálható, vizsgálja, kivizsgálja, vizsgálja meg, kivizsgálására, vizsgálatára
- ερημικός στα ουγγρικά - elvonult, remete, remeteként, remetenő, remetepók
- ερημώνω στα ουγγρικά - elnéptelenít, népességcsökkenés
Τυχαίες λέξεις
Ερημίτης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: remete, remeteként, a remete, remetének
Μεταφράσεις: remete, remeteként, a remete, remetének