Θαυμάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: θαυμάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csodál, csodálom, csodálja, csodálni, megcsodálják
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θαυμάζω
θαυμάζω αρχικοί χρόνοι, θαυμάζω αρχαία, θαυμάζω συνώνυμα, θαυμάζω στα αγγλικα, ονειροκρίτης θαυμάζω, θαυμάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θαυμάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θαρραλέα στα ουγγρικά - merészen, bátran, bátor, bátorságot ahhoz
- θαρραλέος στα ουγγρικά - szilárd, bátor, a bátor, bátrak, merész
- θαυμάσιος στα ουγγρικά - csodálatos, gyönyörű, a csodálatos, csodás, nagyszerű
- θαυμασμός στα ουγγρικά - csodálkozás, csoda, csodálat, csodálattal, csodálatát, csodálatot, csodálatra
Τυχαίες λέξεις
Θαυμάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csodál, csodálom, csodálja, csodálni, megcsodálják
Μεταφράσεις: csodál, csodálom, csodálja, csodálni, megcsodálják