Θελκτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: θελκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csábító, elragadó, lekérése, vonzó, beolvasása, letöltésére
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θελκτικός
θελκτικός συνώνυμα, θελκτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, θελκτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- θεατής στα ουγγρικά - néző, Viewer, nézőt, megtekintő, szemlélő
- θεατρικός στα ουγγρικά - színházi, színészi, színészies, színpadi, a színházi, filmszínházi, teátrális
- θεμέλιο στα ουγγρικά - alapítvány, Foundation, alapot, alapja, alapjait
- θεματοφύλακας στα ουγγρικά - letéteményes, kurátor, letéteményest, letéteményeshez, letéteményesnek, letéteményese
Τυχαίες λέξεις
Θελκτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csábító, elragadó, lekérése, vonzó, beolvasása, letöltésére
Μεταφράσεις: csábító, elragadó, lekérése, vonzó, beolvasása, letöltésére