Κατακτώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: κατακτώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meghódítani, meghódítsa, conquer, meghódítására, uralkodj
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακτώ
κατακτώ αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ english, κατακτώ συνώνυμο, κατακτω συνώνυμα, κατακτώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κατακτώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κατακραυγή στα ουγγρικά - felzúdulás, felháborodás, kikiáltásos, miatti felháborodás, felzúdulást, felháborodást váltott
- κατακτητής στα ουγγρικά - hódító, meghódítója, győztes, legyőzője
- κατακυρώνω στα ουγγρικά - diploma, pályadíj, leüt, leütési, knock down, leütés
- κατακόκκινος στα ουγγρικά - skarlát, skarlátpiros, cinóber, Vermillion, a Vermillion
Τυχαίες λέξεις
Κατακτώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: meghódítani, meghódítsa, conquer, meghódítására, uralkodj
Μεταφράσεις: meghódítani, meghódítsa, conquer, meghódítására, uralkodj