Κατοχή στα ουγγρικά
Μετάφραση: κατοχή, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατοχή
κατοχή αντίσταση και απελευθέρωση, κατοχή 1941, κατοχή ναρκωτικών ποινή, κατοχή λεξικό, κατοχή στην ελλάδα, κατοχή λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κατοχή στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κατολίσθηση στα ουγγρικά - csúszó, tolóajtó, a csúszó, toló, eltolható
- κατορθώνω στα ουγγρικά - áttesz, tegye át, ráhúzzuk, átrak, kerül át
- κατοχυρώνω στα ουγγρικά - menedéklevél, megerősít, megerősítsék, dúsításhoz, szeszezni, megerősítse
- κατράμι στα ουγγρικά - kátrány, matróz, hangmagasság, pályán, szurok, pitch
Τυχαίες λέξεις
Κατοχή στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása
Μεταφράσεις: birtoklás, birtokában, birtokolta, labdabirtoklási, birtoklása