Καυγαδίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: καυγαδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
civakodik, összetűzés, vitatkozik, civakodás, huzavona
Καυγαδίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καυγαδίζω

καυγαδίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καυγαδίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κατώτερος στα ουγγρικά - beosztott, alábbvaló, ifjabb, Junior, fiatal, ifjúsági, a junior
  • καυγάς στα ουγγρικά - tömegverekedés, sarabolókapa, tolókapa, dulakodás, saraboló, civakodik, verekedés, ...
  • καυσαέριο στα ουγγρικά - füst, pára, kipufogógáz, kipufogógázban, a kipufogógáz, kipufogógázból
  • καυστήρας στα ουγγρικά - égő, író, égőfej, égőt
Τυχαίες λέξεις
Καυγαδίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: civakodik, összetűzés, vitatkozik, civakodás, huzavona