Λιρέτα στα ουγγρικά
Μετάφραση: λιρέτα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
líra, lira, lírát, lírás, lírában
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιρέτα
ιταλική λιρέτα, λιρέτα εξαρχείων, λιρέτα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λιρέτα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λιπαρός στα ουγγρικά - zsírpecsétes, csúszós, olajfoltos, zsíros, zsírsav, zsírsavak
- λιποθυμώ στα ουγγρικά - aléltság, halovány, ájultság, ájulás, elájul, ájulást, ájulásából, ...
- λιτός στα ουγγρικά - beosztó, takarékos, gazdaságos, takarékosan, takarékosabb
- λιτότητα στα ουγγρικά - igénytelenség, takarékosság, gazdaságossági, gazdaságosság, a takarékosság, lelleg
Τυχαίες λέξεις
Λιρέτα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: líra, lira, lírát, lírás, lírában
Μεταφράσεις: líra, lira, lírát, lírás, lírában