Μήκος στα ουγγρικά
Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tartam, hossz, hossza, hosszúságú, hosszát, hosszú
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μήκος
μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μήκος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μέτωπο στα ουγγρικά - homlok, homlokát, homlokán, homlokára, homloka
- μέχρι στα ουγγρικά - agyaggörgeteg, pénztárgép, amíg, hogy, a, az, kell
- μήλο στα ουγγρικά - alma, az Apple, almát, apple, almás
- μήνας στα ουγγρικά - hónap, hónapban, hónapos, hónapon, hó
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tartam, hossz, hossza, hosszúságú, hosszát, hosszú
Μεταφράσεις: tartam, hossz, hossza, hosszúságú, hosszát, hosszú