Μειοψηφία στα ουγγρικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kisebbség, kiskorúság, kisebbségi, a kisebbségi, kisebbséghez, kisebbségek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μειοψηφία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα ουγγρικά - römi, Rummy, römit, Vörösorrú, furcsa
- μειονέκτημα στα ουγγρικά - érdemtelenség, hiba, hátrány, hátránya, hátrányt, hátrányos helyzetbe
- μειώνομαι στα ουγγρικά - apadás, hullámosságmentes, fogy, hullamossag, hanyatlóban
- μειώνω στα ουγγρικά - rövidít, rövidítenie, rövidítsd
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kisebbség, kiskorúság, kisebbségi, a kisebbségi, kisebbséghez, kisebbségek
Μεταφράσεις: kisebbség, kiskorúság, kisebbségi, a kisebbségi, kisebbséghez, kisebbségek