Μεσάζοντας στα ουγγρικά

Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bróker, iroda, iroda tette, iroda tette be, tette
Μεσάζοντας στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας

μεσάζοντας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μεσάζοντας στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μερικώς στα ουγγρικά - részben, részleges, részlegesen, egyrészt
  • μερσίνη στα ουγγρικά - mirtusz, Mersin, mersini
  • μεσάζων στα ουγγρικά - közvetítő, közvetítőt, közvetítõ, a közvetítő
  • μεσάνυχτα στα ουγγρικά - éjfél, éjféli, éjfélig, éjfélkor, éjféltől
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bróker, iroda, iroda tette, iroda tette be, tette