Ομιλητής στα ουγγρικά
Μετάφραση: ομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szónok, hangszóró, hangsugárzó, beszélő, hangszórót, hangfal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομιλητής
ομιλητής μετάφραση, φυσικός ομιλητής, γηγενής ομιλητής, ιδανικός ομιλητής, ομιλητής en francais, ομιλητής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ομιλητής στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ομελέτα στα ουγγρικά - omlett, omlettet, omelette, omlettel
- ομιλία στα ουγγρικά - társalgás, becsületszó, beszédtárgy, csevegés, beszédtéma, beszéd, beszédet, ...
- ομιλητικός στα ουγγρικά - társalgó, társalgási, párbeszédes, a társalgási, csevegő
- ομιχλώδης στα ουγγρικά - ködös, foggy, köd, a ködös
Τυχαίες λέξεις
Ομιλητής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szónok, hangszóró, hangsugárzó, beszélő, hangszórót, hangfal
Μεταφράσεις: szónok, hangszóró, hangsugárzó, beszélő, hangszórót, hangfal