Οροπέδιο στα ουγγρικά
Μετάφραση: οροπέδιο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fennsík, fennsíkon, plató, plateau
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροπέδιο
οροπέδιο αγ. τριάδας καλοσκοπής φωκίδας, οροπέδιο νίδας, οροπέδιο λασιθίου, οροπέδιο της νίδας, οροπέδιο λασιθίου ξενώνες, οροπέδιο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οροπέδιο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οροθετώ στα ουγγρικά - megkülönböztet, körülhatárol, elhatárolják, körülhatárolják, körülhatárolja
- ορολογία στα ουγγρικά - terminológia, terminológiát, terminológiai, terminológiával, a terminológia
- οροφή στα ουγγρικά - fedél, tető, tetőn, tetőt, tetőre
- ορτύκι στα ουγγρικά - fürj, fürjek, fürj tartására, a fürj, fürjeket
Τυχαίες λέξεις
Οροπέδιο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fennsík, fennsíkon, plató, plateau
Μεταφράσεις: fennsík, fennsíkon, plató, plateau