Οχύρωση στα ουγγρικά
Μετάφραση: οχύρωση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sánc, erődítmény, erődítési, erőd, dúsítás, dúsítására
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οχύρωση
οχύρωση δεκέλειας, οχύρωση κωνσταντινούπολης, κυκλώπεια οχύρωση, οχύρωση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οχύρωση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οχιά στα ουγγρικά - vipera, összeadó, Viper, viperát, Vipert, a Viper
- οχυρό στα ουγγρικά - erőd, fellegvára, erődítmény, erődjét, erősségre
- ούγια στα ουγγρικά - korc, posztószél, szegély, szegélyt, szegélyt képezi
- ούρα στα ουγγρικά - vizelet, vizeletben, vizelettel, vizeletet, a vizelet
Τυχαίες λέξεις
Οχύρωση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sánc, erődítmény, erődítési, erőd, dúsítás, dúsítására
Μεταφράσεις: sánc, erődítmény, erődítési, erőd, dúsítás, dúsítására