Πλοίο στα ουγγρικά
Μετάφραση: πλοίο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
edény, hajó, hajót, hajók, hajón, a hajó
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλοίο
πλοίο ελευθέριος βενιζέλος, πλοίο ασφαλείας, πλοίο αριάδνη, πλοίο αδαμάντιος κοραής, πλοίο sewol, πλοίο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πλοίο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πληρώνω στα ουγγρικά - kiguberál pénzt, kiguberál, shell ki, shell meg
- πλησιάζω στα ουγγρικά - közeledés, szemlélet, szemléletmód, beállítás, megközelítés, megközelítést, megközelítése, ...
- πλοκάμι στα ουγγρικά - csáp, Tentacle, kar, tapogató, csápot
- πλοκή στα ουγγρικά - tyúk, farkasétvágy, papírtölcsér, kiforgatás, tervrajz, terv, parcella, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλοίο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: edény, hajó, hajót, hajók, hajón, a hajó
Μεταφράσεις: edény, hajó, hajót, hajók, hajón, a hajó