Πυκνός στα ουγγρικά
Μετάφραση: πυκνός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vastagon, vastag, köpcös, thickset, zömök
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνός
πυκνός μαστός, πυκνός αντώνυμα, πυκνόσ μετάφραση, πυκνός και λιτός λόγος, πυκνός συνώνυμα, πυκνός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πυκνός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πυγμαχώ στα ουγγρικά - bukszus, páholy, doboz, szárnyfőtartó, főtartóban, SPAR, a SPAR, ...
- πυκνωτής στα ουγγρικά - kondenzor, kondenzátor, kondenzátort, kondenzátorral, kapacitás, kondenzátoron
- πυκνότητα στα ουγγρικά - vastagság, sűrűség, sűrűségű, sűrűsége, sűrűségét, sűrűséget
- πυκνώνω στα ουγγρικά - vastagít, beránt, megvastagodhatnak, sűrűsödik, megvastagodhat
Τυχαίες λέξεις
Πυκνός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vastagon, vastag, köpcös, thickset, zömök
Μεταφράσεις: vastagon, vastag, köpcös, thickset, zömök