Σαρωτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: σαρωτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sodró, száguldó, elsöprő, lendületes, seprési, lenyűgöző
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρωτικός
σαρωτικόσ ανασχηματισμόσ μετά την εκταμίευση τησ δόσησ, σαρωτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σαρωτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σαρκοφάγος στα ουγγρικά - szarkofág, szarkofágot, szarkofágja, szarkofágját, szarkofágban
- σαρκώδης στα ουγγρικά - molett, húsos, húsosabb, húsosak, a húsos
- σαρώνω στα ουγγρικά - pásztázás, skandálható, átfogóképesség, letapogatás, söprés, sweep, söpörni, ...
- σας στα ουγγρικά - Ön, a, az, az Ön, meg
Τυχαίες λέξεις
Σαρωτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sodró, száguldó, elsöprő, lendületes, seprési, lenyűgöző
Μεταφράσεις: sodró, száguldó, elsöprő, lendületes, seprési, lenyűgöző