Σκαλίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: σκαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ásni, ásni a, ás, ás a, mélyén
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαλίζω
σκαλίζω τη μύτη μου, σκαλίζω συνώνυμα, σκαλίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σκαλίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σκίτσο στα ουγγρικά - vázlat, vázlatot, rajzot, vázlata, skicc
- σκαθάρι στα ουγγρικά - bogár, bogárra, beetle, bogarak
- σκαλιστήρι στα ουγγρικά - póker, salakkotró, jogarhordozó, kotróvas, kapa, Spud, krumpli, ...
- σκαλωσιά στα ουγγρικά - állványzat, épületállvány, vérpad, állvány, állványozás, állványok, állványzatok
Τυχαίες λέξεις
Σκαλίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ásni, ásni a, ás, ás a, mélyén
Μεταφράσεις: ásni, ásni a, ás, ás a, mélyén