Σούπα στα ουγγρικά
Μετάφραση: σούπα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
leves, levest, levesbe, a leves
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σούπα
σούπα μινεστρόνε, σούπα αποτοξίνωσης, σούπα φιδέ, σούπα λαχανικών, σούπα τραχανά, σούπα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σούπα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σοφιστικέ στα ουγγρικά - tapasztalt, meghamisított, elferdített, kifinomult, affektált, hamisított, kitanult, ...
- σοφός στα ουγγρικά - bölcs, bölcs dolog, bölcsek, okos, a bölcs
- σούπερ στα ουγγρικά - szuper, Super, közvetlen, a Super, a szuper
- σπάζω στα ουγγρικά - baki, hazugság, dörrenés, cezúra, réteghiány, jövesztés, csettintés, ...
Τυχαίες λέξεις
Σούπα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: leves, levest, levesbe, a leves
Μεταφράσεις: leves, levest, levesbe, a leves