Στρέψη στα ουγγρικά
Μετάφραση: στρέψη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csavarás, torziós, a torziós, csavarodás, csavaró
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρέψη
στρέψη καμπύλης, στρέψη στομάχου, στρέψη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στρέψη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- στοχεύω στα ουγγρικά - célpont, cél, célt, célkitűzés, megcélzott, célzott
- στρέμμα στα ουγγρικά - acre, hektáros, hektár, hold, hektárnyi
- στρίβω στα ουγγρικά - megfordulás, ijedtség, esztergapad, rohan, scoot
- στρίγγλα στα ουγγρικά - hárpia, nőstény róka, boszorkány, Vixen
Τυχαίες λέξεις
Στρέψη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csavarás, torziós, a torziós, csavarodás, csavaró
Μεταφράσεις: csavarás, torziós, a torziós, csavarodás, csavaró