Σύντομος στα ουγγρικά

Μετάφραση: σύντομος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kurta, hamar, semhogy, rövid, röviden, a rövid, tömör
Σύντομος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύντομος

σύντομος συνώνυμο, σύντομος στα αγγλικα, σύντομος αντίθετο, σύντομος εισαγωγή εις την παλαιάν διαθήκη, σύντομος δρόμος, σύντομος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σύντομος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σύντμηση στα ουγγρικά - rövidítés, rövidítése, rövidítést, rövidítését, rövidítéssel
  • σύντομα στα ουγγρικά - tömören, semhogy, hamar, nemsokára, hamarosan, időn, azonnal
  • σύντροφος στα ουγγρικά - élettárs, rendtag, partner, részes, táncpartner, társ, társa, ...
  • σύριγγα στα ουγγρικά - fecskendő, fecskendőt, fecskendőben, fecskendővel, fecskendőbe
Τυχαίες λέξεις
Σύντομος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kurta, hamar, semhogy, rövid, röviden, a rövid, tömör