Σύντροφος στα ουγγρικά

Μετάφραση: σύντροφος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
élettárs, rendtag, partner, részes, táncpartner, társ, társa, kísérő, kísérője, társának
Σύντροφος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύντροφος

σύντροφος φώτη σεργουλόπουλου, σύντροφος μπουτάρη, σύντροφος δούρου, σύντροφος του μπουλά, σύντροφος ρένας δούρου, σύντροφος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σύντροφος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σύντομα στα ουγγρικά - tömören, semhogy, hamar, nemsokára, hamarosan, időn, azonnal
  • σύντομος στα ουγγρικά - kurta, hamar, semhogy, rövid, röviden, a rövid, tömör
  • σύριγγα στα ουγγρικά - fecskendő, fecskendőt, fecskendőben, fecskendővel, fecskendőbe
  • σύρμα στα ουγγρικά - sodrony, drót, huzal, vezeték, vezetékes, vezetéket
Τυχαίες λέξεις
Σύντροφος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: élettárs, rendtag, partner, részes, táncpartner, társ, társa, kísérő, kísérője, társának