Τεχνητός στα ουγγρικά
Μετάφραση: τεχνητός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szintetikus, mesterséges, a mesterséges, mesterségesen, mesterkélt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεχνητός
τεχνητός γρανίτης, τεχνητός χλοοτάπητας τιμές, τεχνητός βικιλεξικο, τεχνητός χλοοτάπητας, τεχνητός φράχτης φυλλωμάτων, τεχνητός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τεχνητός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τεφρώδης στα ουγγρικά - hamuszürke, hamuval borított, Ashy
- τεχνίτης στα ουγγρικά - iparos, mesterember, kézműves, mester, kisiparos
- τεχνικά στα ουγγρικά - szaknyelven, műszaki, technikai, a műszaki, a technikai, szakmai
- τεχνική στα ουγγρικά - technika, technikát, technikával, módszer, a technika
Τυχαίες λέξεις
Τεχνητός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szintetikus, mesterséges, a mesterséges, mesterségesen, mesterkélt
Μεταφράσεις: szintetikus, mesterséges, a mesterséges, mesterségesen, mesterkélt