Όρθιος στα ουγγρικά
Μετάφραση: όρθιος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
parkolás, támasztóoszlop, maradandó, álló, állomásozás, becsületes, függőleges, egyenesen, egyenes, függőlegesen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρθιος
όρθιος αργαλειός, κάθομαι όρθιος, όρθιος άνθρωπος, όρθιος διαδηλωτής, όρθιοσ και μόνοσ σαν και πρώτα περιμένω, όρθιος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, όρθιος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- όργιο στα ουγγρικά - lázongás, csendháborítás, orgia, Orgy, orgiája, orgiát
- όρεξη στα ουγγρικά - vágy, étvágy, étvágyat, étvágya, az étvágyat, étvágyát
- όριο στα ουγγρικά - határ, korlátozás, határérték, limit, határértéket
- όρκος στα ουγγρικά - eskü, esküt, eskü alatt, eskü alatt tett
Τυχαίες λέξεις
Όρθιος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: parkolás, támasztóoszlop, maradandó, álló, állomásozás, becsületes, függőleges, egyenesen, egyenes, függőlegesen
Μεταφράσεις: parkolás, támasztóoszlop, maradandó, álló, állomásozás, becsületes, függőleges, egyenesen, egyenes, függőlegesen