Έντεκα στα ουκρανικά
Μετάφραση: έντεκα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
одинадцять, одинадцятеро, одинадцятій
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έντεκα
έντεκα παρά, έντεκα μαρούσι, έντεκα χιλιάδες βέργες, έντεκα λεπτά paulo coelho, έντεκα και κάτι, έντεκα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έντεκα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ένταξη στα ουκρανικά - збільшення, додаток, приріст, вступ, набуття, набрання, вступу
- ένταση στα ουκρανικά - натяг, натягування, напругу, напруга, інтенсивності, розтягнення, інтенсивність
- έντερο στα ουκρανικά - кишка, кишковий, потрошити, нутрощі, ущелина, ущелину
- έντεχνος στα ουκρανικά - умілий, кваліфікований, майстерний, вправний, митецький, мистець
Τυχαίες λέξεις
Έντεκα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: одинадцять, одинадцятеро, одинадцятій
Μεταφράσεις: одинадцять, одинадцятеро, одинадцятій