Αγοραστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: αγοραστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
покупець, клієнт, придбаний, покупця
Αγοραστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγοραστής

αγοραστήσ υπηρεσιών υγείασ, αγοραστής του 902, αγοραστής τέζα, η αγοραστής, προσωπικός αγοραστής, αγοραστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγοραστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αγοράζω στα ουκρανικά - купувати, купити, купіться, продажний, придбати, купить
  • αγορίστικός στα ουκρανικά - жвавий, хлоп'ячий, хлопчачий
  • αγορεύω στα ουκρανικά - сплетений, благати, просити, благатиме, благав
  • αγράμματος στα ουκρανικά - неосвічений, необізнаний, недосвідчений, неграмотний, неписьменний, безграмотний, неписьменна, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγοραστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: покупець, клієнт, придбаний, покупця