Αγόρι στα ουκρανικά

Μετάφραση: αγόρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хлопчик, хлопець, старовина, старина, сине, бій, мальчик
Αγόρι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγόρι

αγόρι μου τζένη βάνου, αγόρι μου τζένη βάνου στίχοι, αγόρι μου, αγόρι μου στολίδι μου, αγόρι ή κορίτσι, αγόρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγόρι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αγωνιστής στα ουκρανικά - винищувач
  • αγωνιώ στα ουκρανικά - біль, страждання, бути, можливо
  • αγύρτης στα ουκρανικά - гірничий, бродяга, мандрувати, волочитися, бурлакувати, гірський, шарлатан, ...
  • αγώνας στα ουκρανικά - боротьба, матадор, воювати, боротися, бій, матч
Τυχαίες λέξεις
Αγόρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хлопчик, хлопець, старовина, старина, сине, бій, мальчик