Αδιάκριτος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αδιάκριτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розслідування, нетактовний, детектив
Αδιάκριτος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάκριτος

αδιάκριτος στα αγγλικά, αδιάκριτος αγγλικά, αδιάκριτοσ english, αδιάκριτος συνώνυμο, αδιάκριτος μετάφραση, αδιάκριτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αδιάκριτος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αδιάθετος στα ουκρανικά - нездоровий, погано, хворий, нездорова, хвора
  • αδιάκοπος στα ουκρανικά - константа, константан, сталий, постійна, безперервний, безперервне, неперервний, ...
  • αδιάλλακτος στα ουκρανικά - праворуч, направо, непримиренний, непримиримий
  • αδιάλυτος στα ουκρανικά - нерозчинність, нерозчинний
Τυχαίες λέξεις
Αδιάκριτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розслідування, нетактовний, детектив