Αναβλύζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: αναβλύζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
небо, злива, ринути, хлинути, потік
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβλύζω
αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω αοριστος, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναβλύζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αναβαθμίζω στα ουκρανικά - поновлення, покращити, покращувати, оновлення, модернізація, модернізації, модернізацію
- αναβιώνω στα ουκρανικά - відновлення, ренесанс, пожвавлення, відбудова, відроджувати, відроджуватимуть, відновлювати, ...
- αναβολή στα ουκρανικά - чекання, невідомості, призупинення, припинення, відстрочений, відстрочка, відстрочення, ...
- αναβοσβήνω στα ουκρανικά - кліпати, жмуритись, скисати, щулитися, блимати, мигати, блимає, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναβλύζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: небо, злива, ринути, хлинути, потік
Μεταφράσεις: небо, злива, ринути, хлинути, потік