Ανακρίνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: ανακρίνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розшук, ховання, допитувати, допитуватимуть, допитуватиме
Ανακρίνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακρίνω

ανακρίνω αγγλικά, διακρίνω συνώνυμα, ανακρίνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανακρίνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ανακούφιση στα ουκρανικά - земля, рельєф
  • ανακρίβεια στα ουκρανικά - недосяжний, неточність
  • ανακριβής στα ουκρανικά - неточність, помилка, неточний, неточного, неточна, невлучний
  • ανακριτικός στα ουκρανικά - запитувачі, інквізиційний, інквізіціонний
Τυχαίες λέξεις
Ανακρίνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розшук, ховання, допитувати, допитуватимуть, допитуватиме